Εδώ ήμουν ΠΆΝΤΑ!
Ναι Πάντα!
Άκουγα τη φωνή μου να τρεμοπαίζει μέσα στα φύλλα και δε φοβόμουν τον αντίλαλο της σιωπής
Ως τον τελευταίο τριγμό της πόρτας που διογκώνει η αποκάλυψη της αλήθειας
Δεν ήθελα τίποτα. Ακόμη ένα κομμάτι ησυχίας μόνο…
Αθόρυβο
Να ακροβατεί και να πατάει στα νύχια για να μην ξυπνήσει την επιθυμία.
Την ύπνωση ζητούσα της Ανατολής της σάρκας
Μπορούσα να ανταγωνιστώ;
Εξαντλημένη έπεσα στην παλαίστρα με τη γροθιά ακόμη σφιγμένη
Κανείς δε με σήκωσε.
Είχα κοκκινισμένα μπράτσα και έμεινα εκεί αναίσθητη
Σχεδόν αιμόφυρτη ως το τέλος της αναμέτρησης
Μην μου κακιώνετε, δεν έχω συμμάχους
Μόνο που και που το μιδείαμα των θεατών!
Το κράτησα σφιχτά πίσω από τα πρόσωπα που μόλις ξεχώρισα στις γροίλιες
Δεν τόλμησα να πω “Σ’αγαπώ” γιατί πορφυρά ρούχα φορούσαν όλοι….
Ακόμη και εκείνος που μου είπε τότε πως ο αέρας μύριζε ψέμα χωρίς εμένα…
Δε γνώρισα την αλήθεια και αθώα φεύγω, χωρίς να ξέρω την ουσία του εαυτού μου! Πυρπολημένη από της αιδούς τη σιωπή
Ήθελα να τρέξω ως τα χέρια του γιου της Αφροδίτης
Και με ιαχή πολέμου να βγάλω τα σπλάχνα μου μαζί με τη χολή μου …
Τελικά δε θα πω ποτέ την τελευταία λεξη….