
Ιθάκη
Πάντα ήμουν αφελής.
Πίστευα έτσι κάπως ότι τα τέρατα,
τα ξωτικά, οι λύκοι, οι ανθρωποφάγοι ήταν ψεύτικα αποκυήματα της φαντασίας του μυθοπλάστη.
Βγαλμένα και ζωντανεμένα από το βυθό που είχαν κάποτε πνίγει. Τότε που τα ταξίδια γινόντουσαν με τα πόδια. Τότε που οι ώρες μετριόντουσαν με τον ιδρώτα να καίει το σώμα, με τις ανατολές και τα σουρουπώματα. Τότε που τα καράβια είχαν μόνο πανιά και η επιστροφή, ο νόστος κρατούσε όσο η βαθειά ανάσα δέκα ολόκληρων χρόνων.
Γελάστηκα. Τα τέρατα, τα ξωτικά, οι λύκοι, οι ανθρωποφάγοι, καθυστερούν ακόμη την άφιξη στο λιμάνι της Ιθάκης. Πάντα δείχνουν τα νύχια τους, απλώνουν τα γλυώδη πλοκάμια τους και φυλακίζουν, συνθλίβουν, σκοτώνουν.
Καμμία Ιθάκη δεν φαίνεται από αγνάντιο. Ολόκληρη τη ζήση δερνόμαστε στα κύματα.
Ποτέ δεν την φτάνουμε.
Φυλακισμένοι είμαστε στις προσδοκίες μας.
Η Ιθάκη συνεχώς μετακινείται.
Περιφερόμενη ανάμεσα στα ανθρωπόμορφα τέρατα
Η σκιά της μας στοιχειώνει
Μόλις πατήσουμε το πόδι μας στο χώμα της γινεται βούρκος που μας καταπίνει.
Τα όνειρα μας πνίγουν..
Η Ιθάκη μας σπρώχνει πάλι στη θάλασσα!
Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2017

Αν μπορούσα να ξαναγίνω μικρή, θα ήταν για να συνθλίψω τον κόσμο μες την παλάμη μου ως την απόσταξη και της τελευταίας σταγόνας του ιδρώτα από τα σωθικά του. Γιατί ιδρώνουν τα σωθικά του κόσμου. Ανεβαίνουν αναρριχώμενα τις αβύσσους της μνήμης. Τίποτα άλλο, μία προσωπική μόνο μυθολογία, χωρίς το κεφάλι της Μέδουσας. Με πέτρωνε πάντα. Απέφευγα τα πλοκάμια της, τα μάτια της καθώς απορροφούσαν την ομίχλη των δακρύων μου. Διχάλα πάνω στα ερείπια δεν θα ξανακλάψω . Η αιώρηση στην ισορροπία της νύχτας, θα στερέψει τα δάκρυά μου ως την πλήρη αναισθησία. Η νοσταλγία απονεκρώθηκε. Κομμάτια που αναζητώ στα θραύσματα της ευτυχίας, έκρηξη και ξεδίπλωμα μιας παλάμης χρωμάτων, των χρωμάτων της ελληνικής μου παιδικότητας . Τα ξεθάβω παντού, σε κάθε ταξίδι μου. Οι αχτίδες της επιστροφής καυτηρίασαν τις ουλές. Τώρα χορεύω στο φως του απογυμνωμένου μου εγώ. Κατάφερα να αποδράσω βγαίνοντας από τον κόλπο της οδύνης, υγρή και ματωμένη. Ο τοκετός ολοκληρώθηκε. Δεν ψάχνω για ένδυμα…Περιμένω να με εκθέσουν γυμνή στον Κιθαιρώνα της ταυτότητας μου.

« Ο αναμάρτητος υμών πρώτος βαλέτω λίθον επ’αυτης » Ιωάννης, Η, 1-11