Γεννήθηκα απ’την έκρηξη της σταγόνας. Δύο δάχτυλα πάνω από το βυθό της αβύσσου. Γυμνή περπάτησα τις ώρες της άγριας Ανατολής. Δεν είχα ρούχα. Στάθηκα χωρίς στήριγμα, μετέωρη στην κοίτη του ποταμού της σιωπής. Μέτρησα τις ώρες, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα των χρωμάτων καθώς μετεμψυχώνονταν απο σημεία σε εικόνες. Ιχνηλάτησα τις οπτασίες, σχεδίασα το περίγραμμα των ονείρων που πλάγιασαν όνειρα και ξύπνησαν εφιάλτες. Τραγούδησα μαζί με τα πουλιά του ανέμου πριν τα βρει το βόλι των κυνηγών. “Δεν είμαι ποιήτρια ! “, φώναξα. “Μη με σκοτώνετε!” . Σταγόνα είμαι που ψάχνει την πηγή της. Φως είμαι που ψάχνει την Ανατολή του. Άμμος είμαι που ψάχνει το ποτάμι της. Χρώμα είμαι που ψάχνει την εικόνα του. Όνειρο είμαι που δεν θέλει να γίνει εφιάλτης. Πουλί είμαι που σπαρταρά μακρυά απ’τα βόλια σας! Δεν θα ξαναγράψω. Το υπόσχομαι. Μόνο άλλη μια φορά. Κάθε φορά την τελευταία! Την τελευταία!